§ 1 Γενικά
Οι παρόντες Γενικοί Όροι και Προϋποθέσεις (εφεξής και "Όροι και Προϋποθέσεις") ισχύουν για τη σύναψη συμβάσεων μεταξύ της Präzisionsteile Dresden GmbH & Co. KG (εφεξής "Πωλητής") με εταιρείες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή ειδικό ταμείο δημοσίου δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 310 παράγραφος 1 του BGB (εφεξής επίσης "Πελάτης", "Αγοραστής" ή "Αγοραστής"). Όλες οι παραδόσεις του Πωλητή και οι σχετικές υπηρεσίες παρέχονται αποκλειστικά βάσει των παρόντων Γενικών Όρων και Προϋποθέσεων Πώλησης. Με το παρόν απορρίπτεται ρητά κάθε αναφορά του Αγοραστή στους γενικούς όρους συναλλαγών του. Οι ακόλουθοι Γενικοί Όροι και Προϋποθέσεις Πώλησης ισχύουν και για μελλοντικές συναλλαγές. Αποκλίσεις από τους παρόντες όρους και προϋποθέσεις απαιτούν τη ρητή γραπτή αναγνώριση του πωλητή. Ο αγοραστής και ο πωλητής αναφέρονται εφεξής από κοινού ως "συμβαλλόμενα μέρη".
§2. προσφορά και σύναψη σύμβασης
2.1. Όλες οι προσφορές του πωλητή υπόκεινται σε αλλαγές και είναι μη δεσμευτικές, εκτός εάν επισημαίνονται ρητά ως δεσμευτικές ή περιέχουν συγκεκριμένη προθεσμία αποδοχής. Ο Πωλητής μπορεί να αποδεχθεί παραγγελίες ή προμήθειες εντός δεκατεσσάρων ημερών από την παραλαβή τους.
2.2 Η έννομη σχέση μεταξύ του Πωλητή και του Αγοραστή διέπεται αποκλειστικά από τη σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του Πωλητή και του Αγοραστή, η οποία ενσωματώνει τους παρόντες Όρους και Προϋποθέσεις και η οποία συνάπτεται με την παραγγελία του Αγοραστή (προσφορά) και την έγγραφη επιβεβαίωση της παραγγελίας του Πωλητή (αποδοχή) ή, στην περίπτωση δεσμευτικών προσφορών, με την προσφορά και την παραγγελία του Αγοραστή. Η παρούσα σύμβαση αντικατοπτρίζει πλήρως όλες τις συμφωνίες μεταξύ των συμβαλλομένων μερών σχετικά με το αντικείμενο της σύμβασης. Οι προφορικές υποσχέσεις του πωλητή πριν από τη σύναψη της παρούσας σύμβασης δεν είναι νομικά δεσμευτικές και οι προφορικές συμφωνίες μεταξύ των συμβαλλομένων μερών αντικαθίστανται από τη γραπτή σύμβαση, εκτός εάν αναφέρεται ρητά σε κάθε περίπτωση ότι εξακολουθούν να είναι δεσμευτικές. Οι προσθήκες και οι τροποποιήσεις των συμφωνηθέντων, συμπεριλαμβανομένων των παρόντων όρων και προϋποθέσεων, πρέπει να γίνονται εγγράφως για να είναι αποτελεσματικές. Η τηλεπικοινωνιακή διαβίβαση, ιδίως με φαξ ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, είναι επαρκής για το σκοπό αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι διαβιβάζεται αντίγραφο των υπογεγραμμένων δηλώσεων. Με εξαίρεση τους διευθύνοντες συμβούλους ή τους εξουσιοδοτημένους υπογράφοντες, οι υπάλληλοι του Πωλητή δεν έχουν δικαίωμα να προβαίνουν σε προφορικές συμφωνίες που αποκλίνουν από το παρόν.
2.3. Οι πληροφορίες που παρέχει ο Πωλητής σχετικά με το αντικείμενο της παράδοσης ή της υπηρεσίας (π.χ. βάρη, διαστάσεις, τιμές χρησιμότητας, ικανότητα φόρτωσης, ανοχές και τεχνικά δεδομένα), καθώς και οι αναπαραστάσεις του σχετικά με αυτά (π.χ. σχέδια και απεικονίσεις) είναι μόνο κατά προσέγγιση, αλλά προσδιορίζονται όσο το δυνατόν καλύτερα, αλλά δεν είναι δεσμευτικές για τον Πωλητή, εκτός εάν υπάρχει σχετική συμβατική συμφωνία. Δεν αποτελούν εγγυημένα χαρακτηριστικά, αλλά περιγραφές ή χαρακτηρισμούς της παράδοσης ή της υπηρεσίας. Οι συνήθεις αποκλίσεις και οι αποκλίσεις που προκύπτουν λόγω νομικών διατάξεων ή αντιπροσωπεύουν τεχνικές βελτιώσεις, καθώς και η αντικατάσταση εξαρτημάτων με ισοδύναμα μέρη, είναι επιτρεπτές, εφόσον δεν θίγουν την καταλληλότητα για τη χρήση που προβλέπεται στη σύμβαση.
2.4. Ο Πωλητής διατηρεί το δικαίωμα κυριότητας ή/και πνευματικής ιδιοκτησίας επί όλων των προσφορών και των εκτιμήσεων κόστους που υποβάλλει, καθώς και επί των σχεδίων, απεικονίσεων, υπολογισμών, φυλλαδίων, καταλόγων, μοντέλων, εργαλείων και άλλων εγγράφων και βοηθημάτων που τίθενται στη διάθεση του Πελάτη. Ο Πελάτης δεν μπορεί να καταστήσει τα στοιχεία αυτά προσβάσιμα σε τρίτους, να τα αποκαλύψει, να τα χρησιμοποιήσει ο ίδιος ή μέσω τρίτων ή να τα αναπαραγάγει χωρίς τη ρητή γραπτή συγκατάθεση του Πωλητή. Κατόπιν αιτήματος του Πωλητή, ο Πελάτης οφείλει να επιστρέψει πλήρως τα στοιχεία αυτά στον Πωλητή και να καταστρέψει τυχόν αντίγραφα που δημιουργήθηκαν, εάν δεν απαιτούνται πλέον από τον Πελάτη κατά τη συνήθη πορεία των εργασιών του ή εάν οι διαπραγματεύσεις δεν οδηγήσουν στη σύναψη σύμβασης.
§ 3 Τιμές και πληρωμή
3.1. Οι τιμές ισχύουν για το εύρος των υπηρεσιών και των παραδόσεων που αναφέρονται στις επιβεβαιώσεις παραγγελίας. Οι πρόσθετες ή ειδικές υπηρεσίες τιμολογούνται χωριστά. Οι τιμές αναγράφονται σε ΕΥΡΩ μικτά για καθαρή τιμή εκ του εργοστασίου, συμπεριλαμβανομένης της φόρτωσης στο εργοστάσιο, αλλά εξαιρουμένης της εκφόρτωσης, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά εγγράφως μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή. Στις τιμές προστίθεται ο φόρος προστιθέμενης αξίας με τον εκάστοτε νόμιμο συντελεστή, καθώς και οι τελωνειακοί δασμοί, τέλη και άλλες δημόσιες επιβαρύνσεις σε περίπτωση εξαγωγικών παραδόσεων. Σε περίπτωση παραδόσεων και υπηρεσιών στην ΕΕ, ο Αγοραστής οφείλει να ενημερώσει τον Πωλητή για τον αντίστοιχο αριθμό μητρώου ΦΠΑ, με τον οποίο πραγματοποιεί τη φορολόγηση της αγοράς εντός της ΕΕ, και να ενημερώσει τον Πωλητή εάν υφίσταται η λεγόμενη αλυσιδωτή συναλλαγή κατά την έννοια της νομοθεσίας περί ΦΠΑ.
3.2. Ελλείψει ειδικής συμφωνίας, η πληρωμή πραγματοποιείται χωρίς καμία παρακράτηση και χωρίς έξοδα σε τραπεζικό λογαριασμό του Πωλητή. Οι συναλλαγματικές και οι επιταγές γίνονται δεκτές μόνο για λογαριασμό της εκτέλεσης.
3.3 Σε περίπτωση άμεσης παράδοσης των αγαθών, καθοριστική είναι η τιμή του τιμοκαταλόγου που ισχύει την ημέρα της παράδοσης, διαφορετικά η τιμή που αναφέρεται στην επιβεβαίωση της παραγγελίας ή, εάν η επιβεβαίωση της παραγγελίας δεν περιέχει στοιχεία τιμών, η τιμή του τιμοκαταλόγου που ισχύει την ημέρα της επιβεβαίωσης της παραγγελίας. Ο πωλητής διατηρεί το δικαίωμα να προβαίνει σε αλλαγές των τιμών που αναφέρονται στους καταλόγους ή στους συνημμένους σε αυτούς τιμοκαταλόγους.
3.4. Τα τιμολόγια είναι ληξιπρόθεσμα και πληρωτέα κατά τον χρόνο που αναφέρεται στο τιμολόγιο ή συμφωνείται μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Εκτός εάν έχει γίνει ειδική πρόβλεψη ή συμφωνία, το τιμολόγιο είναι άμεσα απαιτητό χωρίς παρακράτηση και πληρωτέο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία του τιμολογίου. Η ημερομηνία κατά την οποία το ποσό του τιμολογίου πιστώνεται στον τραπεζικό λογαριασμό του πωλητή είναι καθοριστική για το εμπρόθεσμο της πληρωμής.
3.5. Ο Πωλητής δικαιούται να εκτελέσει ή να παράσχει εκκρεμείς παραδόσεις ή υπηρεσίες μόνο έναντι προκαταβολής ή παροχής εγγύησης, εάν, μετά τη σύναψη της σύμβασης, λάβει γνώση περιστάσεων που ενδέχεται να μειώσουν σημαντικά την πιστοληπτική ικανότητα του Πελάτη και οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την πληρωμή των εκκρεμών απαιτήσεων του Πωλητή από τον Πελάτη από την αντίστοιχη συμβατική σχέση (συμπεριλαμβανομένων άλλων μεμονωμένων παραγγελιών στις οποίες εφαρμόζεται η ίδια συμφωνία-πλαίσιο). Επιπλέον, σε μια τέτοια περίπτωση ο Πωλητής δικαιούται να κηρύξει όλες τις απαιτήσεις έναντι του Αγοραστή αμέσως ληξιπρόθεσμες και απαιτητές.
3.6 Με την επιφύλαξη περαιτέρω απαιτήσεων, ο Πωλητής δικαιούται να αναστείλει περαιτέρω παραδόσεις στον Αγοραστή σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμών μέχρι να εξοφληθούν όλες οι εκκρεμείς πληρωμές από την επιχειρηματική σχέση και, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμών, να χρεώσει τόκους υπερημερίας με το νόμιμο επιτόκιο καθώς και έξοδα υπενθύμισης. Σε περίπτωση πληρωμών μετά την ημερομηνία λήξης, θα χρεώνονται τόκοι υπερημερίας 9% ετησίως πάνω από το βασικό επιτόκιο. Επιπλέον, ο πωλητής χρεώνει κατ' αποκοπήν τέλος υπενθύμισης ύψους. H. v. 40 €. Η απόρριψη επιταγών ή συναλλαγματικών επιφυλάσσεται ρητά. Τα έξοδα προεξόφλησης και συναλλαγματικής βαρύνουν τον αγοραστή και είναι άμεσα απαιτητά. Ο πωλητής δεν ευθύνεται για την έγκαιρη προσκόμιση. Σε περίπτωση πληρωμής με επιταγή, ως ημερομηνία παραλαβής θεωρείται η ημερομηνία κατά την οποία το ποσό της επιταγής πιστώνεται αμετάκλητα στο λογαριασμό του πωλητή. Ο πωλητής έχει γενικά το δικαίωμα να συμψηφίζει τις πληρωμές με παλαιότερες οφειλές του αγοραστή και θα ενημερώνει τον αγοραστή για το είδος του συμψηφισμού που έχει πραγματοποιηθεί. Αυτό ισχύει και σε περίπτωση αντίθετων διατάξεων του αγοραστή. Εάν έχουν ήδη προκύψει έξοδα και τόκοι, ο πωλητής δικαιούται να συμψηφίσει την πληρωμή πρώτα με τα έξοδα, στη συνέχεια με τους τόκους και τέλος με την κύρια παροχή.
3.7. Ο Αγοραστής δικαιούται να παρακρατήσει πληρωμές ή να τις συμψηφίσει με ανταπαιτήσεις μόνο στο βαθμό που οι ανταπαιτήσεις του είναι αδιαμφισβήτητες ή έχουν αναγνωριστεί με αναγνωριστική απόφαση.
3.8. Σε περίπτωση απρόβλεπτων αυξήσεων ή μειώσεων τιμών που δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν από τον Πωλητή στο διάστημα μεταξύ της σύναψης της σύμβασης και της παράδοσης λόγω μεταβολών των τιμών των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών και προμηθειών άνω του 10%, ο Πωλητής ή ο Αγοραστής δικαιούται να ζητήσει από το άλλο συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης αναπροσαρμογή της συμφωνηθείσας τιμής αγοράς με επαναδιαπραγμάτευση. Η ισχύς της υπόλοιπης σύμβασης δεν επηρεάζεται από αυτές τις επαναδιαπραγματεύσεις. Εάν οι επαναδιαπραγματεύσεις δεν οδηγήσουν σε συμφωνία, τόσο ο πωλητής όσο και ο αγοραστής δικαιούνται να υπαναχωρήσουν από τη σύμβαση.
3.9 Το ίδιο ισχύει εάν ο δείκτης τιμών καταναλωτή που προσδιορίζεται επίσημα από την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία στο Βισμπάντεν για ολόκληρη την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας μεταβληθεί κατά περισσότερο από 5% μεταξύ της σύναψης της σύμβασης και της παράδοσης σε σύγκριση με το επίπεδο κατά τον χρόνο της παραγγελίας του αγοραστή.
§ 4 Χρόνος παράδοσης, καθυστερήσεις στην παράδοση
4.1 Ο χρόνος παράδοσης καθορίζεται από τις συμφωνίες μεταξύ των συμβαλλομένων μερών. Η τήρηση του χρόνου παράδοσης από τον πωλητή προϋποθέτει ότι έχουν διευκρινιστεί όλα τα εμπορικά και τεχνικά ζητήματα μεταξύ των συμβαλλομένων μερών και ότι ο αγοραστής έχει εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις που του αναλογούν. Σε αντίθετη περίπτωση, ο χρόνος παράδοσης παρατείνεται αναλόγως, εκτός εάν ο Πωλητής ευθύνεται για την καθυστέρηση. Εάν έχει συμφωνηθεί η αποστολή, οι προθεσμίες παράδοσης και οι ημερομηνίες παράδοσης αναφέρονται στον χρόνο παράδοσης στον μεταφορέα, στον μεταφορέα ή σε άλλο τρίτο που έχει αναλάβει τη μεταφορά.
4.2. Εάν η αποστολή ή η παραλαβή δεν πραγματοποιηθεί εγκαίρως με υπαιτιότητα του αγοραστή, ο πωλητής δικαιούται, κατά την κρίση του, αφού ορίσει περίοδο χάριτος 12 ημερών, είτε να εκδώσει τιμολόγιο για τις καθυστερούμενες οφειλές είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση είτε να ζητήσει αποζημίωση.
4.3. Ο Πωλητής δεν ευθύνεται για αδυναμία παράδοσης ή για καθυστερήσεις στην παράδοση, εφόσον αυτές οφείλονται σε ανωτέρα βία ή σε άλλα γεγονότα απρόβλεπτα κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης (π.χ. λειτουργικές διαταραχές κάθε είδους, δυσκολίες στην αλυσίδα εφοδιασμού). διαταραχές λειτουργίας κάθε είδους, δυσκολίες στην προμήθεια υλικών ή ενέργειας, καθυστερήσεις στις μεταφορές, απεργίες, νόμιμα λουκέτα, ελλείψεις εργατικού δυναμικού, ενέργειας ή πρώτων υλών, δυσκολίες στην απόκτηση των απαραίτητων επίσημων αδειών, επίσημα μέτρα ή αδυναμία των προμηθευτών να παραδώσουν ή να παραδώσουν σωστά ή έγκαιρα) για τις οποίες ο Πωλητής δεν ευθύνεται. Εάν τα γεγονότα αυτά δυσχεραίνουν σημαντικά ή καθιστούν αδύνατη την παράδοση ή την εκτέλεση για τον Πωλητή και το εμπόδιο δεν είναι μόνο προσωρινό, ο Πωλητής δικαιούται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση. Σε περίπτωση εμποδίων προσωρινού χαρακτήρα, οι προθεσμίες παράδοσης ή εκτέλεσης παρατείνονται ή οι ημερομηνίες παράδοσης ή εκτέλεσης μετατίθενται κατά το χρονικό διάστημα του εμποδίου συν μια εύλογη περίοδο εκκίνησης. Εάν ο πελάτης δεν μπορεί εύλογα να αναμένει ότι θα αποδεχθεί την παράδοση ή την υπηρεσία λόγω της καθυστέρησης, μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση με άμεση γραπτή δήλωση προς τον πωλητή.
4.4. Ο αγοραστής μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση χωρίς να τάξει προθεσμία, εάν η όλη εκτέλεση καθίσταται οριστικά αδύνατη για τον πωλητή πριν από τη μεταβίβαση του κινδύνου. Επιπλέον, ο Αγοραστής μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση εάν καταστεί αδύνατη η εκτέλεση μέρους μιας παραγγελίας και ο Αγοραστής έχει δικαιολογημένο συμφέρον να απορρίψει τη μερική παράδοση. Σε αντίθετη περίπτωση, ο αγοραστής οφείλει να καταβάλει το συμβατικό τίμημα που αναλογεί στη μερική παράδοση. Το ίδιο ισχύει εάν ο πωλητής αδυνατεί να εκπληρώσει τη σύμβαση.
4.5. Εάν ο Πωλητής καθυστερήσει μια παράδοση ή υπηρεσία ή εάν μια παράδοση ή υπηρεσία καταστεί αδύνατη για οποιονδήποτε λόγο, η ευθύνη του Πωλητή για αποζημίωση περιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9 των παρόντων όρων.
§ 5 Τόπος εκπλήρωσης, αποστολή, συσκευασία, παράδοση και παραλαβή
5.1. Ο τόπος εκπλήρωσης για όλες τις υπηρεσίες που απορρέουν από τη σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή είναι ο τόπος της εμπορικής εγκατάστασης του πωλητή. Εάν ο Πωλητής είναι επίσης υπεύθυνος για την εγκατάσταση, ο τόπος εκπλήρωσης είναι ο τόπος όπου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η εγκατάσταση.
5.2. Εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά, τα αγαθά παραδίδονται ex domestic works - EXW σύμφωνα με τους Incoterms 2010. Τα έξοδα αποστολής βαρύνουν τον αγοραστή. Ο αγοραστής μπορεί να καθορίσει τον μεταφορέα. Τα αγαθά θα αποστέλλονται χωρίς ασφάλεια. Μπορεί να συμφωνηθεί δελτίο αποστολής. Ο Πωλητής ασφαλίζει την αποστολή κατά κλοπής, θραύσης, μεταφοράς, πυρκαγιάς και ζημιών από νερό ή άλλων ασφαλίσιμων κινδύνων μόνο κατόπιν ρητής αίτησης του Αγοραστή και με έξοδα του Αγοραστή.
5.3. Τα έξοδα συσκευασίας για ειδική συσκευασία, όπως θήκες κ.λπ., βαρύνουν τον Αγοραστή, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.
5.4 Επιτρέπονται ταξινομημένες και, σε περίπτωση συνδυασμών, πωλητέες μερικές παραδόσεις, εφόσον είναι εύλογες για τον αγοραστή ή έχουν προαναγγελθεί. Μη ταξινομημένες τμηματικές παραδόσεις επιτρέπονται μόνο με τη συγκατάθεση του Αγοραστή.
5.5 Ο κίνδυνος μεταβιβάζεται στον αγοραστή όταν το αντικείμενο παράδοσης έχει εγκαταλείψει το εργοστάσιο, ακόμη και αν πραγματοποιούνται τμηματικές παραδόσεις ή ο πωλητής έχει αναλάβει άλλες υπηρεσίες, όπως έξοδα αποστολής ή παράδοση και εγκατάσταση. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το ποια ρήτρα σύμφωνα με τους Incoterms 2010 έχει συμφωνηθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση. Εάν απαιτείται αποδοχή, αυτή είναι καθοριστική για τη μεταβίβαση του κινδύνου. Πρέπει να πραγματοποιηθεί αμέσως κατά την ημερομηνία παραλαβής, εναλλακτικά μετά την ειδοποίηση του πωλητή για την ετοιμότητα παραλαβής. Ο αγοραστής δεν μπορεί να αρνηθεί την παραλαβή σε περίπτωση ελαφράς ατέλειας.
5.6. Εάν η αποστολή ή η παραλαβή καθυστερήσει ή δεν πραγματοποιηθεί λόγω περιστάσεων για τις οποίες δεν ευθύνεται ο πωλητής, ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή από την ημερομηνία γνωστοποίησης της ετοιμότητας αποστολής ή παραλαβής.
5.7 Τα έξοδα αποθήκευσης μετά τη μεταβίβαση του κινδύνου βαρύνουν τον πελάτη. Σε περίπτωση αποθήκευσης από τον Πωλητή, τα έξοδα αποθήκευσης ανέρχονται σε 0,25 % του ποσού του τιμολογίου των προς αποθήκευση ειδών παράδοσης ανά εβδομάδα που έχει παρέλθει. Διατηρούμε το δικαίωμα να διεκδικήσουμε και να αποδείξουμε περαιτέρω ή χαμηλότερα έξοδα αποθήκευσης.
5.8. Εάν πρόκειται να πραγματοποιηθεί παραλαβή, το αγοραζόμενο είδος θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτό εάν
5.8.1 η παράδοση και, εάν ο πωλητής είναι επίσης υπεύθυνος για την εγκατάσταση, η εγκατάσταση έχει ολοκληρωθεί,
5.8.2 ο Πωλητής έχει ειδοποιήσει σχετικά τον Πελάτη με αναφορά στο μυθιστόρημα της αποδοχής σύμφωνα με την παρούσα § 5 και έχει ζητήσει την αποδοχή,
5.8.3 έχουν περάσει δώδεκα εργάσιμες ημέρες από την παράδοση ή την εγκατάσταση ή ο Πελάτης έχει αρχίσει να χρησιμοποιεί το αγοραζόμενο αντικείμενο (π.χ. έχει θέσει σε λειτουργία το παραδοθέν σύστημα) και στην περίπτωση αυτή έχουν περάσει έξι εργάσιμες ημέρες από την παράδοση ή την εγκατάσταση, και
5.8.4 ο Πελάτης δεν έχει παραλάβει τα αγαθά εντός αυτής της προθεσμίας για λόγο διαφορετικό από ένα ελάττωμα που γνωστοποιήθηκε στον Πωλητή και το οποίο καθιστά αδύνατη τη χρήση των αγορασθέντων αγαθών ή την υποβαθμίζει σημαντικά.
§ 6 Παρακράτηση κυριότητας
6.1 Τα αγαθά παραμένουν στην κυριότητα του πωλητή μέχρι την πλήρη εξόφληση όλων των απαιτήσεων που απορρέουν από τις παραδόσεις αγαθών από το σύνολο της επιχειρηματικής σχέσης μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή, συμπεριλαμβανομένων των παρεπόμενων απαιτήσεων, των απαιτήσεων αποζημίωσης και της εξαργύρωσης επιταγών και συναλλαγματικών. Η παρακράτηση κυριότητας παραμένει σε ισχύ ακόμη και αν μεμονωμένες απαιτήσεις του Πωλητή περιλαμβάνονται σε τρεχούμενο λογαριασμό και το υπόλοιπο έχει αναληφθεί και αναγνωριστεί.
6.2. Εάν τα διατηρητέα εμπορεύματα συνδυαστούν, αναμειχθούν ή μεταποιηθούν από τον αγοραστή για να σχηματίσουν ένα νέο κινητό αντικείμενο, αυτό γίνεται για λογαριασμό του πωλητή, χωρίς ο πωλητής να καθίσταται εκ του αποτελέσματος υπόχρεος. Με τη συνένωση, ανάμειξη ή επεξεργασία, ο αγοραστής δεν αποκτά την κυριότητα του νέου αντικειμένου σύμφωνα με τις §§ 947 επ. BGB για το νέο αντικείμενο. Σε περίπτωση συνδυασμού, ανάμειξης ή επεξεργασίας με είδη που δεν ανήκουν στον Πωλητή, ο Πωλητής αποκτά συνιδιοκτησία επί του νέου είδους σε αναλογία της αξίας του τιμολογίου πλέον ΦΠΑ των διατηρητέων εμπορευμάτων του προς τη συνολική αξία. Κατά τα λοιπά, για το αντικείμενο που δημιουργείται από τη μεταποίηση ισχύει το ίδιο με το αγοραζόμενο αντικείμενο που παραδίδεται με την επιφύλαξη της κυριότητας.
6.3. Εάν στην επιχειρηματική συναλλαγή μεταξύ του Πωλητή και του Αγοραστή εμπλέκεται κεντρικό γραφείο διακανονισμού, το οποίο αναλαμβάνει το del credere, ο Πωλητής μεταβιβάζει την κυριότητα κατά την αποστολή των αγαθών στο κεντρικό γραφείο διακανονισμού υπό την αναβλητική αίρεση της καταβολής του τιμήματος αγοράς από το κεντρικό γραφείο διακανονισμού. Ο αγοραστής αποδεσμεύεται μόνο μετά την πληρωμή από τον κεντρικό διακανονισμό.
6.4. Ο Αγοραστής επιτρέπεται να μεταπωλεί ή να επεξεργάζεται τα εμπορεύματα μόνο υπό τους ακόλουθους όρους.
6.5 Ο Αγοραστής μπορεί να πωλήσει ή να επεξεργαστεί τα εμπορεύματα με την επιφύλαξη της παρακράτησης κυριότητας μόνο στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής δραστηριότητας και υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομική του κατάσταση δεν επιδεινώνεται μακροπρόθεσμα.
6.6 Ο Αγοραστής εκχωρεί με την παρούσα την απαίτηση με όλα τα παρεπόμενα δικαιώματα από τη μεταπώληση των εμπορευμάτων με επιφύλαξη - συμπεριλαμβανομένων τυχόν απαιτήσεων υπολοίπου - στον Πωλητή.
6.7 Εάν ο Αγοραστής έχει πωλήσει την απαίτηση στο πλαίσιο πραγματικού factoring, ο Αγοραστής εκχωρεί την απαίτηση έναντι του factor που τον αντικαθιστά στον Πωλητή και διαβιβάζει το προϊόν της πώλησής του στον Πωλητή κατ' αναλογία της αξίας των δικαιωμάτων του Πωλητή επί των εμπορευμάτων. Ο αγοραστής υποχρεούται να γνωστοποιήσει την εκχώρηση στον factor εάν καθυστερήσει την πληρωμή ενός τιμολογίου περισσότερο από 10 ημέρες ή εάν επιδεινωθεί σημαντικά η οικονομική του κατάσταση. Ο πωλητής αποδέχεται αυτή την εκχώρηση.
6.8. Ο αγοραστής είναι εξουσιοδοτημένος να εισπράττει τις εκχωρημένες απαιτήσεις, εφόσον εκπληρώνει τις υποχρεώσεις πληρωμής του. Η εξουσιοδότηση άμεσης χρέωσης παύει να ισχύει σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από τον Αγοραστή ή σε περίπτωση σημαντικής επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης του Αγοραστή. Στην περίπτωση αυτή, ο πωλητής εξουσιοδοτείται από τον αγοραστή να ενημερώσει τους πελάτες για την εκχώρηση και να εισπράξει ο ίδιος τις απαιτήσεις.
6.9 Για τη διεκδίκηση των εκχωρημένων απαιτήσεων, ο αγοραστής πρέπει να παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες και να επιτρέπει την επαλήθευση των πληροφοριών αυτών. Ειδικότερα, οφείλει να παρέχει στον πωλητή, κατόπιν αιτήματος, ακριβή κατάλογο των απαιτήσεων που δικαιούται, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων και των διευθύνσεων των πελατών, του ποσού των επιμέρους απαιτήσεων, της ημερομηνίας τιμολόγησης κ.λπ.
6.10 Εάν η αξία της εγγύησης που υφίσταται για τον Πωλητή υπερβαίνει τις συνολικές απαιτήσεις του Πωλητή κατά περισσότερο από 10 %, ο Πωλητής υποχρεούται να αποδεσμεύσει τις εγγυήσεις της επιλογής του κατόπιν αιτήματος του Αγοραστή.
6.11 Εάν τρίτοι κατάσχουν τα δεσμευμένα εμπορεύματα, ιδίως με κατάσχεση, ο Αγοραστής οφείλει να τους ενημερώσει αμέσως για την κυριότητα του Πωλητή και να ενημερώσει σχετικά τον Πωλητή, ώστε ο Πωλητής να μπορέσει να επιβάλει τα δικαιώματα κυριότητάς του. Εάν ο τρίτος δεν είναι σε θέση να αποζημιώσει τον Πωλητή για τα δικαστικά ή εξώδικα έξοδα που προκύπτουν στο πλαίσιο αυτό, ο Αγοραστής ευθύνεται έναντι του Πωλητή.
6.12 Εάν ο Πωλητής πάρει πίσω το αντικείμενο παράδοσης ασκώντας την παρακράτηση της κυριότητάς του, αυτό συνιστά ακύρωση της σύμβασης μόνο εάν ο Πωλητής το δηλώσει ρητά. Ο Πωλητής μπορεί να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του από τα επιστραφέντα εμπορεύματα που υπόκεινται σε παρακράτηση κυριότητας με ιδιωτική πώληση.
6.13 Ο Αγοραστής αποθηκεύει δωρεάν για λογαριασμό του Πωλητή τα διατηρητέα εμπορεύματα. Τα ασφαλίζει κατά των συνήθων κινδύνων, όπως πυρκαγιά, κλοπή και νερό, στο συνήθη βαθμό. Ο Αγοραστής εκχωρεί με την παρούσα στον Πωλητή τις αξιώσεις του για αποζημίωση που δικαιούται έναντι ασφαλιστικών εταιρειών ή άλλων υπόχρεων για αποζημίωση από ζημίες του προαναφερθέντος τύπου, στο ύψος της τιμολογιακής αξίας των εμπορευμάτων. Ο πωλητής αποδέχεται την εκχώρηση.
§ 7 Εγγύηση
7.1. Η περίοδος εγγύησης είναι ένα έτος από την παράδοση ή, εάν απαιτείται παραλαβή, από την παραλαβή.
7.2. Τα παραδοτέα είδη πρέπει να επιθεωρούνται προσεκτικά αμέσως μετά την παράδοση στον πελάτη ή σε τρίτο που έχει υποδείξει ο πελάτης. Ο πωλητής πρέπει να ειδοποιηθεί για τυχόν ελαττώματα το αργότερο εντός 12 ημερών από την παραλαβή των αγαθών.
7.3. Μετά την κοπή ή την κατ' άλλο τρόπο έναρξη της επεξεργασίας των παραδοθέντων αγαθών, αποκλείεται οποιαδήποτε καταγγελία για προφανή ελαττώματα.
7.4 Μικρές, τεχνικά αναπόφευκτες αποκλίσεις στην ποιότητα, το χρώμα, το πλάτος, το βάρος, το φινίρισμα ή το σχέδιο δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ένστασης. Αυτό ισχύει και για τις συνήθεις στο εμπόριο αποκλίσεις, εκτός εάν ο πωλητής έχει δηλώσει εγγράφως ότι η παράδοση είναι πιστή στο δείγμα. Σε περίπτωση δικαιολογημένων παραπόνων, ο πωλητής έχει το δικαίωμα, κατά την κρίση του, να διορθώσει το ελάττωμα ή να παραδώσει προϊόντα αντικατάστασης χωρίς ελαττώματα. Στην περίπτωση αυτή, ο πωλητής αναλαμβάνει τα έξοδα μεταφοράς. Μετά από συνεννόηση με τον πωλητή, ο αγοραστής οφείλει να δώσει στον πωλητή τον απαραίτητο χρόνο και τη δυνατότητα να προβεί σε όλες τις επισκευές και παραδόσεις αντικατάστασης που ο πωλητής κρίνει απαραίτητες- σε αντίθετη περίπτωση, ο πωλητής απαλλάσσεται από την ευθύνη για τις συνέπειες που θα προκύψουν. Μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις όπου τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια λειτουργίας ή για την αποφυγή δυσανάλογα μεγάλων ζημιών, οπότε ο Πωλητής πρέπει να ειδοποιηθεί αμέσως, ο Αγοραστής έχει το δικαίωμα να αποκαταστήσει ο ίδιος το ελάττωμα ή να το αποκαταστήσει από τρίτους και να απαιτήσει την επιστροφή των αναγκαίων εξόδων από τον Πωλητή. Κατόπιν αιτήματος του Πωλητή, το απορριφθέν αντικείμενο παράδοσης επιστρέφεται στον Πωλητή με έξοδα μεταφοράς. Σε περίπτωση δικαιολογημένης καταγγελίας, ο Πωλητής επιστρέφει τα έξοδα της ευνοϊκότερης διαδρομής μεταφοράς- αυτό δεν ισχύει εάν το κόστος αυξάνεται επειδή το αντικείμενο παράδοσης βρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο προορισμού.
7.5. Ο αγοραστής έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση στο πλαίσιο των νομοθετικών διατάξεων, εάν ο πωλητής - λαμβάνοντας υπόψη τις νόμιμες εξαιρέσεις - αφήσει να παρέλθει άπρακτη μια εύλογη προθεσμία που του έχει τεθεί για την επισκευή ή την αντικατάσταση της παράδοσης λόγω ουσιώδους ελαττώματος. Εάν πρόκειται μόνο για ασήμαντο ελάττωμα, ο αγοραστής δικαιούται μόνο μείωση της συμβατικής τιμής. Το δικαίωμα μείωσης του συμβατικού τιμήματος αποκλείεται κατά τα λοιπά.
7.6. Αξιώσεις αποζημίωσης λόγω ελαττωμάτων του αντικειμένου της σύμβασης μπορούν να προβληθούν μόνο υπό τους περιορισμούς που αναφέρονται στην § 9.
7.7 Καμία εγγύηση δεν αναλαμβάνεται για το αντικείμενο της σύμβασης ιδίως στις ακόλουθες περιπτώσεις
7.7.1 Ακατάλληλη ή ακατάλληλη χρήση, ελαττωματική συναρμολόγηση από τον αγοραστή ή από τρίτους, φυσική φθορά, ελαττωματικός ή αμελής χειρισμός, χημικές, ηλεκτροχημικές ή ηλεκτρικές επιδράσεις, εκτός εάν ο πωλητής ευθύνεται γι' αυτές.
7.7.2. Εάν ο αγοραστής ή τρίτος προβεί σε ακατάλληλες επισκευές, ο πωλητής δεν ευθύνεται για τις συνέπειες που προκύπτουν.
§ 8 Δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας
8.1. Εάν η χρήση του αντικειμένου παράδοσης οδηγεί σε παραβίαση δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας ή πνευματικών δικαιωμάτων στη Γερμανία, ο Πωλητής οφείλει, με δικά του έξοδα, να εξασφαλίσει στον Αγοραστή το δικαίωμα να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το αντικείμενο παράδοσης ή να τροποποιήσει το αντικείμενο παράδοσης κατά τρόπο εύλογο για τον Αγοραστή, ώστε να μην υφίσταται πλέον η παραβίαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας.
8.2. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό υπό οικονομικά εύλογες συνθήκες ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, τόσο ο αγοραστής όσο και ο πωλητής έχουν το δικαίωμα να υπαναχωρήσουν από τη σύμβαση. Επιπλέον, ο Πωλητής υποχρεούται να αποζημιώσει τον Αγοραστή έναντι αδιαμφισβήτητων ή νομικά τεκμηριωμένων απαιτήσεων των αντίστοιχων δικαιούχων των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας.
8.3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 8.2, οι υποχρεώσεις του Πωλητή που ορίζονται στην παράγραφο 8.1 είναι τελεσίδικες σε περίπτωση παραβίασης δικαιωμάτων ιδιοκτησίας ή πνευματικών δικαιωμάτων.
8.4 Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στην § 8.1 και στην § 8.2 ισχύουν μόνο εάν
8.4.1 ο Αγοραστής ενημερώνει αμέσως τον Πωλητή για τυχόν ισχυριζόμενες παραβιάσεις δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας ή πνευματικών δικαιωμάτων,
8.4.2 ο Αγοραστής υποστηρίζει τον Πωλητή σε εύλογο βαθμό στην υπεράσπιση των προβαλλόμενων αξιώσεων ή δίνει τη δυνατότητα στον Πωλητή να εκτελέσει τα μέτρα τροποποίησης σύμφωνα με την § 8.1,
8.4.3 ο Πωλητής διατηρεί το δικαίωμα να λάβει όλα τα μέτρα άμυνας, συμπεριλαμβανομένων των εξωδικαστικών συμβιβασμών,
8.4.4 το νομικό ελάττωμα δεν βασίζεται σε εντολή του αγοραστή και
8.4.5 η προσβολή των δικαιωμάτων δεν προκλήθηκε από το γεγονός ότι ο Αγοραστής τροποποίησε το αντικείμενο παράδοσης χωρίς άδεια ή το χρησιμοποίησε κατά τρόπο που δεν ήταν σύμφωνος με τη σύμβαση.
§ 9 Ευθύνη για ζημίες λόγω υπαιτιότητας
9.1. Η ευθύνη του πωλητή για ζημίες, ανεξαρτήτως νομικής βάσης, ιδίως λόγω αδυναμίας, καθυστέρησης, ελαττωματικής ή εσφαλμένης παράδοσης, αθέτησης της σύμβασης, παράβασης των υποχρεώσεων κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων της σύμβασης και μη εξουσιοδοτημένης ενέργειας, περιορίζεται σύμφωνα με την παρούσα § 9, εφόσον πρόκειται για υπαιτιότητα.
9.2. Ο πωλητής δεν ευθύνεται σε περίπτωση απλής αμέλειας εκ μέρους του πωλητή ή των οργάνων του, των νόμιμων εκπροσώπων του, των υπαλλήλων του ή άλλων πληρεξουσίων του, εκτός εάν πρόκειται για παράβαση ουσιωδών συμβατικών υποχρεώσεων. Ουσιώδεις συμβατικές υποχρεώσεις είναι η υποχρέωση έγκαιρης και χωρίς ελαττώματα παράδοσης και εγκατάστασης των αγαθών, καθώς και οι υποχρεώσεις παροχής συμβουλών, προστασίας και φροντίδας που αποσκοπούν στο να καταστήσουν τον Πελάτη ικανό να χρησιμοποιήσει τα παραδοθέντα αγαθά σύμφωνα με τη σύμβαση ή που αποσκοπούν στην προστασία της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας του προσωπικού του Πελάτη ή τρίτων ή της περιουσίας του Πελάτη από σημαντικές ζημίες.
9.3. Εφόσον ο πωλητής ευθύνεται για ζημίες σύμφωνα με το άρθρο 9.2, η ευθύνη αυτή περιορίζεται σε ζημίες τις οποίες ο πωλητής προέβλεψε ως πιθανή συνέπεια της παραβίασης της σύμβασης κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης ή τις οποίες ο πωλητής θα έπρεπε να είχε προβλέψει εάν είχε επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις τις οποίες γνώριζε ή θα έπρεπε να γνωρίζει. Η ευθύνη για έμμεσες ζημίες (π.χ. διαφυγόντα κέρδη ή απώλεια χρήσης κ.λπ.) αποκλείεται στο μέτρο του επιτρεπτού.
9.4. Οι ανωτέρω αποκλεισμοί και περιορισμοί ευθύνης ισχύουν στον ίδιο βαθμό υπέρ των εκτελεστικών οργάνων, των νόμιμων εκπροσώπων, των υπαλλήλων και των λοιπών πληρεξουσίων του Πωλητή.
9.5. Εφόσον ο Πωλητής παρέχει τεχνικές πληροφορίες ή ενεργεί συμβουλευτικά και οι πληροφορίες ή οι συμβουλές αυτές δεν αποτελούν μέρος του συμβατικά συμφωνημένου αντικειμένου των υπηρεσιών που οφείλει να παρέχει ο Πωλητής, αυτές παρέχονται δωρεάν και με αποκλεισμό κάθε ευθύνης.
9.6. Οι περιορισμοί της παρούσας § 9 δεν ισχύουν για την ευθύνη του Πωλητή για εκ προθέσεως ή βαριάς αμέλειας συμπεριφορά, για εγγυημένα χαρακτηριστικά, για βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της υγείας ή βάσει του νόμου περί ευθύνης προϊόντων.
§10 Συμμόρφωση με τους εξαγωγικούς κανονισμούς
10.1 Ο Αγοραστής υποχρεούται να συμμορφώνεται με όλους τους ισχύοντες εθνικούς, ευρωπαϊκούς και αμερικανικούς κανονισμούς ελέγχου εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένων όλων των ευρωπαϊκών ή αμερικανικών καταλόγων κυρώσεων και άλλων προσωπικών εμπάργκο (από κοινού "Κανονισμοί ελέγχου εξαγωγών"), εκτός εάν απαγορεύεται σύμφωνα με την § 7 AWV. Ο Αγοραστής αναλαμβάνει την υποχρέωση να ενημερώσει τον Πωλητή χωρίς να του ζητηθεί κάτι τέτοιο, αναφέροντας τον συγκεκριμένο αριθμό AL ή ECCN σε περίπτωση που τα προς παράδοση αγαθά ή τα συστατικά τους περιλαμβάνονται στον κατάλογο εξαγωγών, στα Παραρτήματα I και IV ή στον κατάλογο ελέγχου του εμπορίου ("CCL"). Ο Αγοραστής υποχρεούται να ενημερώνει αμέσως εγγράφως τον Πωλητή για οποιεσδήποτε περιστάσεις ή υποψίες για τις οποίες λαμβάνει γνώση πριν ή μετά τη σύναψη της σύμβασης και οι οποίες δημιουργούν την υπόθεση πιθανής ή πραγματικής παραβίασης των κανονισμών ελέγχου των εξαγωγών. Εάν υπάρχουν τέτοιες περιστάσεις ή υποψίες, ο Πωλητής δεν κηρύσσεται έκπτωτος από την αποδοχή για εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να τις επαληθεύσει, με την επιφύλαξη τυχόν περαιτέρω αξιώσεων του Πωλητή.
10.2. Η εκπλήρωση της σύμβασης από τον Πωλητή τελεί υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν εμπόδια στην εκπλήρωση λόγω εθνικών ή διεθνών κανονισμών του δικαίου του εξωτερικού εμπορίου και δεν υφίστανται εμπάργκο ή/και άλλες κυρώσεις.
§ 11 Συμμόρφωση με τους νόμους
11.1 Τα συμβαλλόμενα μέρη οφείλουν γενικά και κατά τη διάρκεια της σύμβασης να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με όλους τους ισχύοντες νόμους, διατάγματα και κανονισμούς, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών νόμων και κανονισμών κατά της διαφθοράς, ιδίως του βρετανικού νόμου περί δωροδοκίας και του αμερικανικού νόμου περί πρακτικών διαφθοράς στο εξωτερικό. Ο Πελάτης δεν πρέπει να διαπράξει καμία απαγορευμένη πράξη, είτε άμεσα είτε έμμεσα, σε σχέση με τις συμβατικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της παρούσας σύμβασης. Οι απαγορευμένες πράξεις περιλαμβάνουν, ιδίως, την υπόσχεση, προσφορά ή χορήγηση, ή την αίτηση ή αποδοχή αθέμιτου πλεονεκτήματος ή οφέλους με σκοπό την αθέμιτη επιρροή ενεργειών. Γίνεται αναφορά στον Κώδικα Δεοντολογίας του Αναδόχου, ο οποίος είναι διαθέσιμος στην ιστοσελίδα "www.mehler- ep.com".
11.2. Εάν ο Πελάτης παραβιάσει την υποχρέωση της παραγράφου 11.1, ο Πωλητής δικαιούται να καταγγείλει εγγράφως την παρούσα σύμβαση χωρίς προειδοποίηση και χωρίς περαιτέρω υποχρεώσεις ή ευθύνη έναντι του Πελάτη. Ο Πελάτης υποχρεούται να αποζημιώσει πλήρως και να απαλλάξει τον Πωλητή από κάθε ζημία, απώλεια, παρακράτηση πληρωμών, αξίωση και απαίτηση τρίτων που απορρέει από ή σε σχέση με την ακύρωση.
11.3. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του Γενικού Κανονισμού της ΕΕ για την Προστασία Δεδομένων και του γερμανικού Ομοσπονδιακού Νόμου περί Προστασίας Δεδομένων σε περίπτωση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Γίνεται αναφορά στη δήλωση προστασίας δεδομένων του πωλητή, η οποία μπορεί να αναζητηθεί στον ιστότοπο "www.kap-precision.com".
§ 12. Τελικές διατάξεις
12.1. Όλες οι έννομες σχέσεις μεταξύ του Πωλητή και του Αγοραστή διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που ισχύει για τις έννομες σχέσεις μεταξύ ημεδαπών μερών.
12.2. Τόπος δικαιοδοσίας είναι το δικαστήριο που είναι αρμόδιο για την έδρα του Πωλητή. Ωστόσο, ο Πωλητής δικαιούται να ασκήσει αγωγή στην έδρα του Αγοραστή.
12.3. Εφόσον η σύμβαση ή οι παρόντες Γενικοί Όροι Παράδοσης περιέχουν κενά, για την πλήρωση των κενών αυτών εφαρμόζονται οι νομοθετικές διατάξεις.
Η Präzisionsteile Dresden GmbH & Co. KG, Έκδοση 2.0, Ιούνιος 2020